Σουφλί, η ελληνική πόλη του μεταξιού

Το Σουφλί είναι η πόλη του μεταξιού και βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του λόφου του Αη Λιά, που είναι ένα από τα τελευταία υψώματα της Ροδόπης. Είναι κωμόπολη του νομού Έβρου και βρίσκεται 500 μέτρα από τον ποταμό Έβρο, είναι κυρίως γνωστό για τη βιομηχανία του μεταξιού που αναπτύχθηκε εκεί από τα μέσα του 19ου αιώνα.

Το Σουφλί είναι ιστορικά διαβεβαιωμένο ότι κατοικούνταν από τη Νεολιθική Εποχή. Το έντονο θρακιώτικο στοιχείο στα έθιμα της περιοχής μαρτυρεί την καταγωγή των Σουφλιωτών από το μεγάλο Θρακικό φύλο της Βαλκανικής χερσονήσου και των νησιών του βορειοανατολικού Αιγαίου.

Κατά την περίοδο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας το Σουφλί αποτελούσε ισχυρό οικονομικό, πολιτικό και πολιτισμικό κέντρο με πληθυσμό της τάξης των 60.000 ατόμων. Αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Τούρκο περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή το 1667 και η τουρκική του ονομασία ήταν Σοφουλού.

Η οικονομική ζωή του τόπου είχε ραγδαία ανάπτυξη λόγω της σηροτροφίας, που υπήρξε ο οικονομικός πνεύμονας της περιοχής για πολλές δεκαετίες. Η αμπελουργία και η οινοποιεία παρουσίασαν επίσης γρήγορη ανάπτυξη.

Από τις αρχές του 16ου αιώνα η επεξεργασία του μεταξοσκώληκα και η παραγωγή του μεταξιού παίρνει πλέον βιομηχανική μορφή και γνωρίζει μία συνεχή τεχνολογική ανάπτυξη κατά τον 18ο αιώνα. Τα σημαντικότερα κέντρα επεξεργασίας και εμπορίας του μεταξιού που υπήρχαν την εποχή αυτή ήταν η Λυών, η Τουρ και η Αβινιόν της Γαλλίας καθώς και η Γένοβα, η Βενετία, η Φλωρεντία και το Κόμο της Ιταλίας.

Το 1882 η παρουσίαση της συνθετικής ίνας στην διεθνή εμπορική έκθεση του Παρισιού αποτέλεσε καθοριστικό γεγονός που μείωσε την παραγωγή μεταξιού στην Ευρώπη τις επόμενες δεκαετίες. Επίσης στην μείωση της παραγωγής του μεταξιού στη Γαλλία συντέλεσε και η μεγάλη επιδημία της πιπερίτιδας που έπληξε τους μεταξοσκώληκες (1820 – 1825). Τα παραπάνω γεγονότα βοήθησαν την αύξηση της παραγωγής μεταξιού στην Ελλάδα και ειδικότερα στο Σουφλί, του οποίου το μετάξι υπερείχε ποιοτικώς από εκείνα της Γαλλίας και της Ιταλίας.

Οι εκτάσεις γύρω από τον ποταμό Έβρο ενδείκνυται για τη φύτευση μουριών και η περιοχή του Σουφλίου μετατρέπεται σε έναν απέραντο μορεώνα. Σχεδόν όλοι οι κάτοικοι του Σουφλίου ασχολούνται με το μετάξι είτε ως παραγωγοί είτε ως εργάτες στα εργοστάσια είτε ως έμποροι. Στις αρχές του 1880 το Σουφλί εμφανίζεται ως σημαντικό σηροτροφικό κέντρο που παράγει το 40% των κουκουλιών του Βιλαετίου της Ανδριανούπολης.

Η εκτροφή του μεταξοσκώληκα ήταν καθοριστική για την αρχιτεκτονική και τη χωροταξία του Σουφλίου, για τη διαμόρφωση των σπιτιών και τη λαϊκή του παράδοση. Σπίτια πλινθόκτιστα και πέτρινα, πολλά αρχοντικά, και πολλά δίπατα, κουκουλόσπιτα, ή «μπιτσικλίκια», όλα με τις φωλιές των  πελαργών στις κεραμοσκεπές τους, δημιούργησαν μια  ιδιαίτερα γραφική και πανέμορφη κωμόπολη. Τα κουκουλόσπιτα χώροι εγκατοίκησης της οικογένειας στους χώρους εκτροφής του μεταξοσκώληκα, είχαν επιβλητικό όγκο και τα δωμάτια κατοίκησης περιορίζονταν στην άκρη κυρίως του ισογείου.

Το ανακαινισμένο κουκουλόσπιτο των αδελφών Καλέση του1850, ( μέχρι το 1975 λειτουργούσε ως κουκουλόσπιτο), η μισογκρεμισμένη καμινάδα του εργοστασίου Τζιβρέ, με ύψος 35 μ., που κάπνιζε επί 60 χρόνια, ξυπνούν μνήμες από την εποχή που η παραγωγή μεταξιού πρωταγωνιστούσε στη ζωή των κατοίκων.

Το Μουσείο Μετάξης  βρίσκεται στο Σουφλί, τόπο συνυφασμένο με το μετάξι. Στεγάζεται στο Αρχοντικό Κουρτίδη (1883), το οποίο παρουσιάζει όλα τα τυπικά αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά των αστικών «αρχοντόσπιτων» της περιοχής.

Μετά τις συνθήκες του 1922-23 η Ανατολική Θράκη και η Ρωμυλία πέρασαν στην κυριότητα του νεοσύστατου τουρκικού κράτους. Έτσι, το Σουφλί έχασε το μεγαλύτερο μέρος της πεδιάδας των 70.000 στρεμμάτων, που ήταν απέραντα μορεολίβαδα, αποκλειστική τροφή του μεταξοσκώληκα.

Επιπλέον, η σηροτροφία και το εμπόριο μεταξιού περιήλθαν στο ελληνικό, νομικό και φορολογικό καθεστώς. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη σταδιακή μείωση της παραγωγής και των εξαγωγών σε ευρωπαϊκές χώρες, ενώ η ανακάλυψη και διάδοση της τεχνητής μεταξωτής ίνας ανέκοψε οριστικά και αμετάκλητα την πορεία της σηροτροφίας.

Τα 4 εργοστάσια καθώς και οι πολλές οικοτεχνίες παραγωγής μεταξιού έπαψαν να λειτουργούν. Αυτή τη στιγμή λειτουργούν 5 βιοτεχνίες ύφανσης και παραγωγής μεταξωτών ειδών καθώς και καταστήματα που εμπορεύονται μεταξωτά είδη. Το 1993, η παραγωγή κουκουλιών ανερχόταν σε 5.000 κιλά από 800.000 κιλά που ήταν το 1908.

Το Σουφλί διεκδικεί εκ νέου τη θέση που κατέκτησε στο παρελθόν όταν μεγάλοι οίκοι της Ευρώπης προμηθεύονταν αρχικά το κουκούλι και αργότερα το μετάξι από την περιοχή του Σουφλίου.

Όπως είχε δηλώσει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Συλλόγου Φίλων Μετάξης «Η Χρυσαλλίδα» Γιώργος Τσακίρης: «…Υπάρχει μεγάλο πρόβλημα για την κάλυψη των αναγκών της πρώτης ύλης σε μετάξι τόσο για την Ευρώπη όσο και για την Ασία. Η παγκόσμια τιμή του μεταξιού τα τελευταία χρόνια στην ουσία έχει εκτιναχθεί λόγω της μοναδικότητας της Κίνας που μαζί με την Ινδία καλύπτουν περίπου το 70% της παγκόσμιας παραγωγής. Η Κίνα ανεβάζει διαρκώς την τιμή του μεταξιού καθώς αντιμετωπίζει πρόβλημα με τους εργάτες γης που πηγαίνουν στη βιομηχανία και όχι στην αγροτική καλλιέργεια. Η εκτόξευση των τιμών στην τιμή του μεταξιού, η οποία ήρθε μέσα από το χρόνο και τις ανάγκες που προέκυψαν. είχε ως αποτέλεσμα να καταστούν πιο ανταγωνιστικές οι καλλιέργειες και παραγωγές της Ευρώπης συγκριτικά με την αγορά της Κίνας».

Επιπλέον, η μουριά, στα φύλλα της οποίας εκτρέφεται ο μεταξοσκώληκας, δεν δέχεται κανένα φυτοφάρμακο, οπότε η δάσωση της περιοχής με μουριές θα έχει πολύ θετικά αποτελέσματα για το τοπικό περιβάλλον.

Κείμενο Τζένη Φραγκούλη

Πηγές: soufli.gr, © 2023 Δήμος Σουφλίου