Ιωάννα Λαλαούνη: Το κόσμημα είναι φορέας πολιτισμού και εκφράζει μια αληθινή ιστορία

Η Ιωάννα Λαλαούνη είναι η διευθύντρια του Μουσείου Κοσμήματος Ηλία Λαλαούνη. Ενός “μουσείου κοσμήματος” στο κέντρο της  Αθήνας, στους πρόποδες της Ακρόπολης, το οίκημα του οποίου προέκυψε από την συνένωση δύο ξεχωριστών κτιρίων, αυτό του παλιού εργαστηρίου του Ηλία Λαλαούνη και της οικίας του,. Το μουσείο, που άνοιξε τις πόρτες του για το κοινό το 1994, είναι το μοναδικό του είδους στην Ελλάδα και ένα από τα τρία που υπάρχουν σε όλο τον κόσμο. Στις μόνιμες συλλογές του, φιλοξενούνται  περισσότερα από 4500 κοσμήματα και μικρογλυπτά, από 50 συλλογές, σχεδιασμένες από τον ιδρυτή του Ηλία Λαλαούνη κατά την περίοδο 1940-2002, διακοσμητικές τέχνες από τον 19ο αιώνα και μετά, καθώς και σύγχρονα εικαστικά κοσμήματα.

Η Ιωάννα Λαλαούνη, άξια διάδοχος του οικογενειακού ονόματος, μας μιλά για τον πατέρα της, τον οραματιστή και σημαντικότερο εκπρόσωπο της ελληνικής κοσμηματοτεχνίας στο εξωτερικό, την σημαντική συμβολή του στην αναγνώριση αυτού που ονομάζουμε σήμερα σύγχρονο ελληνικό κόσμημα και την δική της συμμετοχή στην αξιοζήλευτη ανάπτυξη των δραστηριοτήτων του Μουσείου Κοσμήματος Ηλία Λαλαούνη.

Ο Ηλίας Λαλαούνης ξεκίνησε ως χρυσοχόος με τον Ξενοφών Ζολώτα. Πως και πότε αυτονομήθηκε;

Ο πατέρας του Ηλία Λαλαούνη και ο πατέρας του Ξενοφών Ζολώτα, ξεκίνησαν την επιχείρηση στο τέλος του 19ου αιώνα. Τα παιδιά τους συνέχισαν την παράδοση, απλά ο Ξενοφών Ζολώτας δεν ασχολήθηκε ποτέ με την εταιρεία. Μόνο το ονόμα δάνεισε. Την διεύθυνση της εταιρείας ανέλαβε ο Ηλίας Λαλαούνης το 1940 συγχρόνως με τα καθήκοντά του και ως creative director. Ο Ξενοφών Ζολώτας παρέμεινε ως silent partner μέχρι το 1968, οπότε και χώρισαν. Την εταιρεία ” Ζολώτας” συνέχισε η ανιψιά του Ηλία Λαλαούνη, η Μαρία Παπαστάμου και ο Ηλίας Λαλαούνης ίδρυσε την δική του εταιρεία, την “Ηλίας Λαλαούνης”.

Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος προέτρεψε τον πατέρα σας να ασχοληθεί με το αρχαίο ελληνικό κόσμημα, να βγει εκτός συνόρων και να το κάνει γνωστό σε όλο τον κόσμο. Σωστά;

Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος ήταν μέντορας και φίλος του Ηλία Λαλαούνη και τον είχε προτρέψει να ασχοληθεί με το αρχαίο ελληνικό κόσμημα. Ήταν ένας από τους πολλούς μέντορες του Ηλία Λαλαούνη, που τον είχαν βοηθήσει είτε στο ακαδημαϊκό είτε στο επιχειρηματικό κομμάτι – ο ίδιος ο Ηλίας Λαλαούνης ποτέ δεν έκρυβε ότι υπήρχαν μέντορες στην ζωή του, σημαντικοί, σε πάρα πολλά επίπεδα στην δουλειά του -. Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος ήταν ένας από τους μέντορες του στο ακαδημαϊκό κομμάτι, όπως ήταν ο Γιώργος Κουμάντος, ο Βύρων  Θεοδωρόπουλος, ο Ευάγγελος Αβέρωφ και άλλοι. Δάσκαλος του Ηλία Λαλαούνη στο σχέδιο ήταν ο ζωγράφος Αλέξανδρος Αλεξανδράκης.

Ο Ηλίας Λαλαούνης σχεδίαζε με έμπνευση τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό αλλά στις επισκέψεις του τότε στα μουσεία της χώρας, είχε συναντήσει προβλήματα.

Η έμπνευση από τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό ήταν μόνο το ξεκίνημα των συλλογών. Ο πατέρας μου σχεδίαζε πάρα πολλά πράγματα. Κάποια στιγμή μέσα στην δεκαετία του ’50 αποφάσισε ότι δεν θα σχεδιάζει σκόρπια, ένα σχέδιο εδώ και ένα εκεί, αλλά θα σχεδιάζει συλλογές. Ξεκινά λοιπόν με συλλογές, σχετικές με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, από την Κυκλαδική εποχή μέχρι και την εποχή του Βυζαντίου. Ποτέ δεν ασχολήθηκε με την περίοδο μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, με τα κοσμήματα δηλαδή που είχαν σχέση με την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Ασχολήθηκε όμως και με την παλαιολιθική, νεολιθική εποχή. Όσο για τις επισκέψεις του στα μουσεία, πήγαινε εκεί με τους χρυσοχόους του για να μελετήσουν τα αρχαία κοσμήματα, αλλά οι ιθύνοντες, ίσως για λόγους ασφαλείας, δεν τον άφηναν να φωτογραφίσει ή να σχεδιάσει. Οπότε όλα τα σχέδια έγιναν από μνήμης, καθώς δεν υπήρχε και σχετική βιβλιογραφία.

Για κάθε συλλογή να σημειώσουμε, ότι έφτιαχνε περίπου 600 σχέδια, και από αυτά έδειχνε στις εκθέσεις τα 150. Τα υπόλοιπα 450, και ίσως κάποια limited editions από τα 150, ήταν για τα μαγαζιά. Υπήρχε τεράστιο εύρος σχεδίων για την κάθε συλλογή. Έχουν γίνει περίπου 18.500 σχέδια σε παραγωγή, από τα οποία στο μουσείο έχουμε τα 4500 και είναι τα πρωτότυπα. Από αυτά το 99% ήταν επίχρυσα καθώς ήταν κομμάτια παρουσίασης της συλλογής. Η κάθε μια από τις 50 συλλογές έχει την δική της ιστορία, έμπνευση, διαδικασία παραγωγής, διαδικασία του marketing, παρουσίαση, αγορές, επιτυχία. Πολυπαραγοντική διαδικασία.

Σε μπαζάρ παλιών βιβλίων στο Παρίσι βρίσκει τυχαία το βιβλίο ΗΛΙΟΣ του Σλήμαν, για τον περίφημο Θησαυρό του Πριάμου. Το βιβλίο φιλοξενείται στην βιβλιοθήκη του μουσείου. Πόσο σημαντική ήταν αυτή η ανακάλυψη και γιατί;

Επειδή όπως είπαμε δεν υπήρχε μεγάλη βιβλιογραφία, και στο Παρίσι υπήρχαν πάρα πολλά βιβλιοπωλεία, έψαχνε να βρει βιβλία που είχαν να κάνουν με την ιστορία του κοσμήματος. Κατάφερε να βρει και να αγοράσει πάρα πολλά τέτοια βιβλία, τα οποία βρίσκονται πια στην βιβλιοθήκη του μουσείου. Να προσθέσω εδώ ότι εμπλουτίζουμε συνέχεια την βιβλιοθήκη μας, η οποία είναι ίσως μια από τις καλύτερες βιβλιοθήκες στον κόσμο για το κόσμημα.

Τυχαία λοιπόν, αρχές της δεκαετίας του ’80, βρήκε το βιβλίο ΗΛΙΟΣ, που ήταν μια έκδοση του 1883 του ίδιου του Ερρίκου Σλήμαν, με περιεχόμενο εκτός του χώρου της ανασκαφής, αναλυτικές περιγραφές και φωτογραφίες όλων των κοσμημάτων.  Ήταν μια πολύ σημαντική ανακάλυψη. Το 1983 παρουσιάζει την συλλογή ΙΛΙΟΝ, στη Νέα Υόρκη, στο Παρίσι, στην Αθήνα. Οι αρχαιολόγοι που είχαν έρθει έκπληκτοι να δουν την έκθεση, είπαν ότι αυτός ο θησαυρός δεν υπάρχει, και ή έχει χαθεί ή έχει λιώσει. Ο Σλήμαν είχε πάρει τον θησαυρό στην Γερμανία, όπου έμεινε εκεί, μέχρι τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, οπότε και μπήκε ο ρώσικος στρατός, πήρε τον θησαυρό κι από τότε εξαφανίστηκε. Σαράντα χρόνια μετά, ο Ηλίας Λαλαούνης παρουσιάζει εκ νέου την συλλογή και εντυπωσιάζονται όλοι. Το 1991 αποκάλυψαν οι Ρώσοι ότι ο θησαυρός υπάρχει, στο μουσείο Πούσκιν στην Μόσχα. Μάλιστα όταν εμείς κάναμε την έκθεση το ’98 στο ίδιο μουσείο, πήραμε τον χώρο που ήταν εκτεθειμένος ο θησαυρός.

Πολυβραβευμένος, είναι ο μοναδικός κοσμηματοποιός που εκλέχτηκε μέλος του Institute de France de lAcademie des Beaux Arts (Γαλλική Ακαδημία Καλών Τεχνών). Τι διέκριναν στον πατέρα σας και του έκαναν αυτή την μεγάλη τιμή;

Όταν έκανε όλες αυτές τις παρουσιάσεις στο Παρίσι, δημιουργούσε φιλίες στους Ακαδημαϊκούς κύκλου και του είχαν ζητήσει και έκανε, πολλές διαλέξεις στην Academie des Beaux Arts όπως και εκθέσεις. Έδειχνε συλλογές, οπότε είχαν την ευκαιρία να τον γνωρίσουν. Το ’85 βραβεύτηκε από την Ακαδημία το βιβλίο του Μεταμορφώσεις και το ’90 του έγινε η πρόταση να μπει στην Ακαδημία σαν μέλος. Φυσικά ήταν πολύ μεγάλη τιμή, καθώς δεν υπάρχει άλλος κοσμηματοποιός που να έχει εκλεγεί στην Academie des Beaux Arts. Μια ακαδημία η οποία μετράει μόνο σοβαρούς καλλιτέχνες.

Έλεγε ότι σε κάθε πρόκληση, σε κάθε νέο εγχείρημα, πήγαινε καλά διαβασμένος, προετοιμασμένος, έχοντας δουλέψει σκληρά. Είναι αυτό μυστικό επιτυχίας; Το ασπάζεστε;

Φυσικά και πήγαινε προετοιμασμένος και διαβασμένος γιατί η δουλειά του ήταν σε πολλαπλά επίπεδα. Όπως και η δική μου. Η δουλειά μου είναι πολιτιστική εκπαίδευση, δεν είναι εμπόριο. Ο Ηλίας Λαλαούνης όμως έκανε εμπόριο που ήταν διαφορετικά εκείνη την εποχή, με την έννοια ότι ήταν εταιρεία one man show. Δεν υπήρχαν τα τόσα διαφορετικά τμήματα που υπάρχουν σήμερα, το marketing, το HR κλπ. Ο ίδιος ήταν in charge, creative director, marketing director, commercial director, όλα. Γραμματείς υπήρχαν μόνο που βοηθούσαν. Πολυεπίπεδο και δύσκολο εγχείρημα αν λάβουμε επιπλέον υπόψη ότι ήταν ένας άνθρωπος που είχε μεγαλώσει και σπουδάσει στην Ελλάδα, δεν είχε πάει έξω, δεν ήξερε για τις αγορές, τίποτα… Τα έβγαλε όμως άριστα εις πέρας.

Εγώ αυτό το θεωρώ δεδομένο. Ότι δηλαδή πρέπει να είσαι πάντα καλά διαβασμένος, προετοιμασμένος και να έχεις δουλέψει σκληρά. Υπάρχουν άλλα που βρίσκονται πίσω από το μυστικό της επιτυχίας.

Μαζί με τις αδερφές σας, έχετε αναλάβει το βάρος της διατήρησης και συνέχισης της αυτοκρατορίας κοσμήματος που δημιούργησε ο πατέρας σας. Το Μουσείο Κοσμήματος Ηλία Λαλαούνη είναι μέρος αυτής της ιστορίας. Πως το αντιμετωπίζετε; Είναι βάρος, κίνητρο για δημιουργία ή και τα δύο;

Το μουσείο είναι ένα τεράστιο project σε ένα πολύ ανταγωνιστικό περιβάλλον, στο κέντρο της Αθήνας, με καταπληκτικά αρχαιολογικά μουσεία γύρω μας. Στόχος μου ήταν από την αρχή να αναπτύξω καινοτόμα προγράμματα, να γίνει το μουσείο πιο προσιτό στο κοινό, να μην αναφερόμαστε σε ένα συγκεκριμένο ηλικιακό γκρουπ,αλλά να προσελκύσουμε περισσότερους νέους. Οπότε ήταν και είναι για μένα μεγάλη πρόκληση.

 

Το ελληνικό χειροποίητο κόσμημα διαπρέπει ακόμα και αυτούς του δύσκολους καιρούς. Ποιά η γνώμη σας για την πορεία του και πως βλέπετε το βιομηχανικό  τυποποιημένο κόσμημα;

Για μένα, στο σύγχρονο κόσμημα, υπάρχουν τρεις κατηγορίες σύμφωνα με την παραγωγή. Το πολύτιμο κόσμημα έχει πολύτιμα υλικά, το βιομηχανικό τυποποιημένο είναι mass produced που σημαίνει ότι είναι μηχανής, μαζικής παραγωγής με φτηνά υλικά και υπάρχει και το καλλιτεχνικό κόσμημα που αφορά μόνο στην δημιουργία, έμπνευση και σχέδιο καλλιτεχνών – το υλικό δεν παίζει ρόλο και ο καλλιτέχνης το παράγει ο ίδιος – . Τώρα σ’αυτές τις τρεις κατηγορίες υπάρχουν πολλές υποκατηγορίες που έχουν να κάνουν με το ποιος διαχειρίζεται το brand, με την υπογραφή. Στο πολύτιμο κόσμημα για παράδειγμα, μπορεί να υπάρχει μια Ελληνίδα σχεδιάστρια και υπάρχει και η Cartier. Το ελληνικό χειροποίητο κόσμημα υπάρχει στο πολύτιμο κόσμημα, με τα πολλά εργαστήρια που υπάρχουν και χρησιμοποιούν τεχνικές αργυροχρυσοχοΐας, υπάρχει στο καλλιτεχνικό, στην εικαστική δημιουργία αλλά όχι τόσο στο βιομηχανικό καθώς δεν είναι χειροποίητο. Η πορεία του ελληνικού κοσμήματος είναι πάρα πολύ καλή. Βλέπουμε πολλούς νέους σχεδιαστές που κάνουν πολύτιμο κόσμημα, και βλέπουμε ότι όλο και περισσότεροι κάνουν εικαστικό κόσμημα . Και το μουσείο έχει πολύ μεγάλη συνεισφορά σε αυτό, με όλες τις εκθέσεις και τα προγράμματα που έχουμε διοργανώσει από το ’94.

Ποιά ήταν η σχέση με τον πατέρα σας; Υπήρχαν δημιουργικές διαφωνίες;

Ήταν το ίνδαλμα μου. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία. Τρομερό θαυμασμό, μεγαλώσαμε μαζί του, δουλέψαμε μαζί του, ήμασταν πολύ κοντά. Είχε πολύ ψηλά τον πήχη. Εγώ δεν έκανα παραγωγή, οπότε οι διαφωνίες ήταν άλλου τύπου. Για παράδειγμα, σχετικά με την παρουσίαση του μουσείου. Όταν ήρθα και μου είπε να κάνουμε μαζί το μουσείο, τον ρώτησα τι θες, γκαλερί ή μουσείο; Αν θες γκαλερί εγώ φεύγω. Με τις πρώτες λεζάντες που είδε κάτω από τα κοσμήματα έπαθε κάτι, μετά όμως κατάλαβε την περιγραφική τους αξία και ηρέμησε.

Ποιά συλλογή του ξεχώριζε ο πατέρας σας, αν ξεχώριζε κάποια και ποιά εσείς;

Του Ηλία Λαλαούνη του άρεσαν τα objet d’art που έφτιαχνε. Είχαν μια πλαστικότητα, ήταν πιο τρισδιάστατα, και του άρεσε να αισθάνεται τα πετρώματα που είναι πιο ζεστά. Το σχέδιό τους ήταν πιο γλυκό, πράγμα που του άρεσε, σε αντίθεση με τα κοσμήματα που είναι πιο rigid, με γωνίες. Μια από τις μεγαλύτερες εμπορικές του επιτυχίες, ήταν όταν στην δεκαετία του ’50 που δεν είχε χρήματα για να επενδύσει στην αγορά πολύτιμων λίθων, έβρισκε ημιπολύτιμους λίθους και ανακάλυπτε τρόπο χρήσης και την επεξεργασία αυτών, είτε στην διακόσμηση των κοσμημάτων, είτε στην ανεξάρτητη παραγωγή αντικειμένων, την μικρογλυπτική και αυτό τον έκανε να αισθάνεται υπερήφανος και πιο καλλιτέχνης γιατί τα κοσμήματα καλώς ή κακώς ήταν πιο εμπορικά, ενώ τα objet d’art ήταν κάτι άλλο.  Στο αρχείο μας έχουμε περίπου 3000 μικρογλυπτά του.

Δεν ξεχωρίζω καμία συλλογή, γιατί τις αγαπώ όλες το ίδιο και η κάθε μια έχει τη συναισθηματική της αξία, γι’αυτό που δίνει. Είτε είναι ιστορία, είτε είναι νέες τεχνικές ή τεχνολογίες, είτε είναι new fashion, ή μια συλλογή πολύ παραγωγική που την αγάπησε πολύ ο κόσμος και έγινε μεγάλη εμπορική επιτυχία, είτε είναι μια συλλογή με μεγάλη επιτυχία που φορέθηκε από σταρ του σινεμά, όπως για παράδειγμα ήταν η συλλογή ΙΛΙΟΝ. Υπάρχουν και οι συλλογές από το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, εμπνευσμένες από την τεχνολογία, την βιολογία κλπ. Εγώ ως ιστορικός τέχνης αναγνωρίζω την κάθε συλλογή γι’αυτό που έχει να προσφέρει, και δεν ξεχωρίζω κάποια.

Είναι το κόσμημα φορέας πολιτισμού και γιατί κατά την γνώμη σας;

Φυσικά και το κόσμημα είναι φορέας πολιτισμού, πάντα ήταν, και μάλιστα είναι ένας φορέας αληθινού πολιτισμού όπως λέω, γιατί το κάθε κόσμημα στην ιστορία, στον πολιτισμό και στην εποχή μέσα στην οποία φτιάχνεται, δείχνει μια αληθινή ιστορία. Για μένα τα κοσμήματα και οι διακοσμητικές τέχνες είναι απαραίτητοι φορείς μετάδοσης πολιτισμού και ιστορίας, γιατί ο παραγγελιοδόχος τους θέλει να πει, να μεταφέρει μια αληθινή ιστορία. Η βέρα είναι μια αληθινή ιστορία, ο σταυρός είναι μια αληθινή ιστορία, η καρδούλα σε παντατίφ είναι μια αληθινή ιστορία.  Ο κόμπος του Ηρακλή είναι μια αληθινή ιστορία. Ενώ στις μεγάλες καλές τέχνες, τα έργα έχουν φτιαχτεί  από ταλαντούχους καλλιτέχνες αλλά έχουν παραγγελθεί από ένα συγκεκριμένο τμήμα της εκάστοτε κοινωνίας. Οι πολιτικοί που κυβερνούσαν την τότε χρονική στιγμή, οι θρησκευτικοί ηγέτες της εποχής, οι έμποροι, όλοι που ήθελαν να δοξάσουν την δική τους την δουλειά και ζωή. Από αυτή την τέχνη δεν έχουμε ιστορίες για την ζωή στα διάφορα άλλα κοινωνικά στρώματα όπως συμβαίνει με το κόσμημα. Γι’αυτό θεωρώ ότι το κόσμημα είναι ένας από τους πιο σημαντικούς φορείς πολιτισμού.

Το μουσείο εκτός από τις μόνιμες συλλογές του, φιλοξενεί εκθέσεις νέων καλλιτεχνών, ελλήνων και ξένων, διοργανώνει εκπαιδευτικά προγράμματα, projects και παρουσιάσεις που πιστεύουμε ότι αποτελούν σημαντικό κεφάλαιο για τον κόσμο του κοσμήματος και της τέχνης. Είστε η ψυχή όλων αυτών. Ποιοί οι στόχοι για το μέλλον; Πόσο ανεβαίνει ο πήχης;

Ναι, αυτά κάνουμε και συνεχίζουμε. Έχουμε ανεβάσει ήδη πάρα πολύ ψηλά τον πήχη με τα τόσα προγράμματα, που δεν υπάρχουν σε άλλα μουσεία. Ιδιαίτερα τα τελευταία 5-10 χρόνια, παρ’όλη την κρίση, κάναμε πάρα πολλά καινοτόμα προγράμματα. Κάναμε το Artist in Residence Program, το summer school με την ιστορία του κοσμήματος, και άλλα πολλά. Τώρα, ο στόχος μας είναι να μείνουμε ανοιχτοί και να φέρουμε και άλλα νέα προγράμματα. Να αναγνωρίσει το δημόσιο την προσφοράς μας, όχι μόνο στον ελληνικό πολιτισμό, αλλά και στην ελληνική οικονομία, και να λάβουμε χρηματοδότηση.

Με την κρίση αλλάζουν πολλά. Η ψηφιακή εκπαίδευση δεν είναι αυτή που χαρακτηρίζει ένα μουσείο. Δεν μπορεί να αντικαταστήσει την hands on μουσειακή εκπαίδευση. Κι εμάς το μουσείο είναι πολύ hands on. Δεν είναι ότι δεν γίνεται, δεν είναι σωστό.  Έχουμε λοιπόν κάνει ένα βήμα πίσω, να δούμε πως θα ρυθμίσουμε τις υπηρεσίες μας σε μια νέα πραγματικότητα. Δεν κάνουμε ψηφιακές εκδηλώσεις για fund raising. Θα μπορούσαμε αλλά δεν είναι το αντικείμενο μας. Είμαστε πιο focused σε αυτό που κάνουμε. Είμαστε λοιπόν σε mode παρατήρησης να δούμε που πάμε. Έχουμε προγραμματίσει πολλά για το 2021, θα δούμε!

  • Η Ιωάννα Λαλαούνη είναι ιστορικός κοσμήματος & μουσειολόγος καθώς και διευθύντρια του Μουσείου Κοσμήματος Ηλία Λαλαούνη, στην Αθήνα, από το 1993. Είναι κάτοχος πτυχίου B.A. Art History από το Richmond College του Λονδίνου, M.A. Art History και έχει ολοκληρώσει Μουσειακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης. Έχει επιμεληθεί περισσότερες από 90 εκθέσεις διακοσμητικών τεχνών, τόσο στην Αθήνα όσο και στο εξωτερικό, με τη συμμετοχή Μουσείων, ιδιωτικών συλλογών και καλλιτεχνών.

Συνέντευξη Τζένη Φραγκούλη